Contionary:βιῆτι

From Linguifex
Jump to navigation Jump to search

Oltic

Etymology

From Middle Oltic βιητι, from Old Oltic βιατητι, from Proto-Celtic *biyatāti (see *biyatom), from Proto-Indo-European *gʷeyh₃-

Pronunciation

Verb

βιῆτι (viē͂ti) (Cyrillic spelling вјѣти)

  1. to feed, to nourish
    (please add the primary text of this usage example)
    (please add an English translation of this usage example)
βιῆτι conjugation (3rd) sg pl ptcp ger
1 2 3 1 2 3
ind act pres βιῆ βιῆσι βιῆτι βιῆμου βιῆτε βιῆντι βιῆντος βιῆϝος
pst.pfv βιῆσσου βιῆσσι βιῆσσομου βιῆσσετε βιῆσσον βιῆμνος
pst.ipfv βιῆνεν βιῆτου βιῆ βιῆμες βιῆτες βιῆντες
fut.pfv βιῖζημι βιῖζησι βιῖζητι βιῖζημος βιῖζητε βιῖζηντι
fut.ipfv βιῖζητεμι βιῖζητεσι βιῖζητετι βιῖζητεμος βιῖζητετε βιῖζητεντι
mid pres βιῆ βιῆτα βιῆτο βιῆμο βιῆϝε βιῆντο βιῆτιος
pst.pfv βιῆτουνς βιῆτος βιῆτουος
pst.ipfv βιῆτει βιῆντις βιῆζος
fut.pfv βιῖζη βιῖζητα βιῖζητο βιῖζημο βιῖζηϝε βιῖζηντο
fut.ipfv βιῖζητε βιῖζητετα βιῖζητετο βιῖζητεμο βιῖζητεϝε βιῖζητεντο
imp act βιῆ βιῆτις
mid βιῆτρις βιῆϝε