Contionary:λέϝις

From Linguifex
Jump to navigation Jump to search

Oltic

Etymology

From Middle Oltic λεϝις, from Old Oltic λεϝις, from Latin levis

Pronunciation

Adjective

λέϝις (léwis) (Cyrillic spelling лејвис (lejwis))

  1. slight, minor, a little
    (please add the primary text of this usage example)
    (please add an English translation of this usage example)
λέϝις declension (i-stem)
m f n
sg pl sg pl sg pl
def nom λέϝις λέϝις λέϝις λέϝις λέϝι λέϝιη
voc λέϝι λέϝι
acc λέϝιν λέϝιν
gen λέϝεις λέϝιον λέϝεις λέϝιον λέϝεις λέϝιον
indef nom λέϝισες λέϝισες λέϝισσι λέϝισσι λέϝιδ λέϝιηδ
voc λέϝις λέϝισι
acc λέϝινες λέϝινσι
gen λέϝεισες λέϝιονες λέϝεισσι λέϝιονσι λέϝεισεδ λέϝιονεδ
m f n
sg pl sg pl sg pl
comp def nom λέϝιις λέϝιις λέϝιις λέϝιις λέϝιι λέϝιη
voc λέϝιι λέϝιι
acc λέϝιιν λέϝιιν
gen λέϝιεις λέϝιον λέϝιεις λέϝιον λέϝιεις λέϝιον
indef nom λέϝιισες λέϝιισες λέϝιισσι λέϝιισσι λέϝιιδ λέϝιηδ
voc λέϝιις λέϝιισι
acc λέϝιινες λέϝιινσι
gen λέϝιεισες λέϝιονες λέϝιεισσι λέϝιονσι λέϝιεισεδ λέϝιονεδ
m f n
sg pl sg pl sg pl
sup def nom λέϝαμις λέϝαμις λέϝαμις λέϝαμις λέϝαμι λέϝαμιη
voc λέϝαμι λέϝαμι
acc λέϝαμιν λέϝαμιν
gen λέϝαμεις λέϝαμιον λέϝαμεις λέϝαμιον λέϝαμεις λέϝαμιον
indef nom λέϝαμισες λέϝαμισες λέϝαμισσι λέϝαμισσι λέϝαμιδ λέϝαμιηδ
voc λέϝαμις λέϝαμισι
acc λέϝαμινες λέϝαμινσι
gen λέϝαμεισες λέϝαμιονες λέϝαμεισσι λέϝαμιονσι λέϝαμεισεδ λέϝαμιονεδ