Contionary:λακτὲτι

From Linguifex
Jump to navigation Jump to search

Oltic

Etymology

From Middle Oltic λακτετι, from Old Oltic υλακτετι, from Ancient Greek ὑλακτέω (hulaktéō)

Pronunciation

Verb

λακτὲτι (laktèti) (Cyrillic spelling лактети)

  1. to bark
    (please add the primary text of this usage example)
    (please add an English translation of this usage example)
λακτὲτι conjugation (1st) sg pl ptcp ger
1 2 3 1 2 3
ind act pres λακτοὺ λακτὲσι λακτὲτι λακτὸμου λακτὲτε λακτὸντι λακτὸντος λακτϝὸς
pst.pfv λακτοὺ λακτὲς λὰκτ λακτὸμου λακτὲτε λακτὸν λακτὸμνος
pst.ipfv λακτὲνεν λακτὶτου λακτὲ λακτὲμες λακτὲτες λακτὲντες
fut.pfv λακτὴν λακτὴσι λακτὴτι λακτὴμες λακτὴτε λακτὴντι
fut.ipfv λακτὴτεν λακτὴτεσι λακτὴτετι λακτὴτεμες λακτὴτετε λακτὴτεντι
mid pres λακτοὺ λακτὲτα λακτὲτο λακτὸμο λακτὲϝε λακτὸντο λακτὲτιος
pst.pfv λακτὸ λακτοὺνς λακτὸς λακτοὺος
pst.ipfv λακτὲτει λακτὲντις λακτζὸς
fut.pfv λακτὴ λακτὴτα λακτὴτο λακτὴμο λακτὴϝε λακτὴντο
fut.ipfv λακτὴτε λακτὴτετα λακτὴτετο λακτὴτεμο λακτὴτεϝε λακτὴτεντο
imp act λακτὶ λακτὲτις
mid λακτὲτα λακτὲϝε