Contionary:μιστός

From Linguifex
Jump to navigation Jump to search

Oltic

Etymology

From Romani miśto

Pronunciation

Adjective

μιστός (mistós) (Cyrillic spelling мистос)

  1. (slang) good, great, cool, awesome
    (please add the primary text of this usage example)
    (please add an English translation of this usage example)
μιστός declension (o-stem)
m f n
sg pl sg pl sg pl
def nom μιστός μιστοί μιστή μιστής μιστόν μιστή
voc μιστέ
acc μιστόν μιστούς μιστήν
gen μιστί μιστόν μιστής μιστόν μιστί μιστόν
indef nom μιστόσες μιστοίς μιστήσι μιστήσσι μιστόνεδ μιστήδ
voc μιστές
acc μιστόνες μιστούσες μιστήνσι
gen μιστίς μιστόνες μιστήσσι μιστόνσι μιστίδ μιστόνεδ
m f n
sg pl sg pl sg pl
comp def nom μιστιός μιστιοί μιστιή μιστιής μιστιόν μιστιή
voc μιστιέ
acc μιστιόν μιστιούς μιστιήν
gen μιστιί μιστιόν μιστιής μιστιόν μιστιί μιστιόν
indef nom μιστιόσες μιστιοίς μιστιήσι μιστιήσσι μιστιόνεδ μιστιήδ
voc μιστιές
acc μιστιόνες μιστιούσες μιστιήνσι
gen μιστιίς μιστιόνες μιστιήσσι μιστιόνσι μιστιίδ μιστιόνεδ
m f n
sg pl sg pl sg pl
sup def nom μιστάμος μιστάμοι μιστάμη μιστάμης μιστάμον μιστάμη
voc μιστάμε
acc μιστάμον μιστάμους μιστάμην
gen μιστάμι μιστάμον μιστάμης μιστάμον μιστάμι μιστάμον
indef nom μιστάμοσες μιστάμοις μιστάμησι μιστάμησσι μιστάμονεδ μιστάμηδ
voc μιστάμες
acc μιστάμονες μιστάμουσες μιστάμηνσι
gen μιστάμις μιστάμονες μιστάμησσι μιστάμονσι μιστάμιδ μιστάμονεδ