Contionary:ξοῦγγετι

Oltic

Etymology

From Middle Oltic ξουγγετι, from Old Oltic εξουγγετι, from Proto-Celtic *exsstungeti, from Proto-Indo-European *h₁eǵʰs*(s)tewg-. Doublet of ξοῦγγετι

Pronunciation

Verb

ξοῦγγετι (xou͂ngeti) (Cyrillic spelling хсуђети)

  1. to refuse
    (please add the primary text of this usage example)
    (please add an English translation of this usage example)
ξοῦγγετι conjugation (1st) sg pl ptcp ger
1 2 3 1 2 3
ind act pres ξοῦγγου ξοῦγγεσι ξοῦγγετι ξοῦγγομου ξοῦγγετε ξοῦγγοντι ξοῦγγοντος ξοῦγγϝος
pst.pfv ξοῦγκτου ξοῦγκτες ξοῦγκτ ξοῦγκτομου ξοῦγκτετε ξοῦγκτον ξοῦγγομνος
pst.ipfv ξοῦγγενεν ξοῦγγιτου ξοῦγγε ξοῦγγεμες ξοῦγγετες ξοῦγγεντες
fut.pfv ξοῦγγην ξοῦγγησι ξοῦγγητι ξοῦγγημες ξοῦγγητε ξοῦγγηντι
fut.ipfv ξοῦγγητεν ξοῦγγητεσι ξοῦγγητετι ξοῦγγητεμες ξοῦγγητετε ξοῦγγητεντι
mid pres ξοῦγγου ξοῦγγετα ξοῦγγετο ξοῦγγομο ξοῦγγεϝε ξοῦγγοντο ξοῦγγετιος
pst.pfv ξοῦγκτο ξοῦγκτουνς ξοῦγκτος ξοῦγκτουος
pst.ipfv ξοῦγγετει ξοῦγγεντις ξοῦγγζος
fut.pfv ξοῦγγη ξοῦγγητα ξοῦγγητο ξοῦγγημο ξοῦγγηϝε ξοῦγγηντο
fut.ipfv ξοῦγγητε ξοῦγγητετα ξοῦγγητετο ξοῦγγητεμο ξοῦγγητεϝε ξοῦγγητεντο
imp act ξοῦγγι ξοῦγγετις
mid ξοῦγγετα ξοῦγγεϝε